Ας κάνουμε ένα βήμα πίσω για να αξιολογήσουμε αντικειμενικά τις λύσεις που είχε η Ελλάδα για να βγει από την κρίση. Ας πάρουμε ως δεδομένο ότι η άριστη πολιτική για την Ελλάδα, αλλά και οποιαδήποτε χώρα αντιμετωπίζει αντίστοιχη κρίση, είναι να αυξήσει τις κυβερνητικές δαπάνες. Το πρόβλημα σε αυτή την περίπτωση είναι ότι η χώρα έχει ένα δυσβάσταχτο χρέος, ένα χρέος που συσσωρεύτηκε με την ανεύθυνη οικονομική πολιτική από το 1974 και μετά. Βέβαια αυτό είναι ένα άλλο θέμα, που δεν είναι απαραίτητο να αναλυθεί εδώ.
Σε αυτό το πλαίσιο υπάρχουν τρεις λύσεις για την οικονομία. Η πρώτη είναι να κηρύξει στάση πληρωμών. Σε αυτή την περίπτωση, κάποιοι λένε, θα μειώσει ή θα μηδενίσει το χρέος της και θα μπορέσει ανεξάρτητη να αυξήσει τις δαπάνες του δημοσίου, που σε συνθήκες ύφεσης μπορεί να μη σημαίνει αυτόματα αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων (λόγω αύξησης του εισοδήματος, που θα αυξήσουν τη φορολογική βάση και τα φορολογικά έσοδα, περισσότερο από την αύξηση των δαπανών). Ωραία ανάλυση, σωστή, αλλά αγνοεί ένα σημαντικό ζήτημα: τον χρονισμό φόρων και δαπανών. Αν αυξηθούν οι δαπάνες σήμερα, ο πολλαπλασιαστής δε θα λειτουργήσει άμεσα δίνοντας αυτόματα φορολογικά έσοδα. Άρα πρέπει να βρεθούν πόροι για τις δαπάνες ώστε να βάλλουμε τον πολλαπλασιαστή μπροστά και με δεδομένη την αδυναμία δανεισμού από το εξωτερικό και τη μεγάλη ύφεση στο εσωτερικό, τα πράγματα είναι μάλλον δύσκολα.
Η δεύτερη λύση είναι να βγει η χώρα από το Ευρώ και να υποτιμήσει το νόμισμά της κατά ένα μεγάλο ποσοστό. Η λύση αυτή συνεπάγεται ότι έχουμε αποφασίσει ότι τα οφέλη από το Ευρώ στο μέλλον θα είναι πολύ μικρά, άρα μπορούμε να παραιτηθούμε από αυτά σήμερα. Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι αυτή η λύση είναι ακριβώς ισοδύναμη με ένα κούρεμα του πραγματικού χρέους. Ταυτόχρονο όμως ισοδύναμο κούρεμα θα υπάρξει και στις πραγματικές αποταμιεύσεις των νοικοκυριών. Άρα η υποτίμηση θα έχει μεγάλα αρνητικά αποτελέσματα στον πραγματικό πλούτο των νοικοκυριών, μειώνοντας επίσης την κατανάλωση στην οικονομία. Βέβαια η κυβέρνηση μπορεί να αυξήσει τις δαπάνες της και να βάλει μπροστά τον πολλαπλασιαστή. Αργά ή γρήγορα όμως πρέπει να κάνει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ώστε να μη ξαναβρεθεί σε αντίστοιχη θέση. Αυτές η μεταρρυθμίσεις εκτός Ευρώ βέβαια είναι μάλλον δύσκολες.
Η τρίτη λύση είναι να παραμείνει στο Ευρώ, να βρεθεί κάποιος δανειστής που θα της παρέχει τα αναγκαία κεφάλαια για να αυξήσει τις δαπάνες της και να βάλει μπροστά τον πολλαπλασιαστή, και να διατηρήσει για λίγο χρόνο ένα έλλειμμα στον προϋπολογισμό. Ταυτόχρονα θα πρέπει να αναλάβει (όπως και στη δεύτερη λύση) δέσμευση για τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις.
Νομίζω ότι η τελευταία λύση είναι και η πιο σωστή. Και περιέργως είναι η λύση του δανεισμού από την Τρόικα. Το πρόβλημα στην Ελλάδα ωστόσο είναι η ρητορική που δεν αναγνωρίζει την Κεϋνσιανή φύση του δανεισμού από την ΕΕ και ΔΝΤ, αλλά αντίθετα θεωρεί ότι τα μέτρα (οι μεταρρυθμίσεις που λέγαμε) στόχο έχουν να μειώσουν μόνο τις δαπάνες, ενώ επί της ουσίας επιτρέπουν στη χώρα να τρέξει ελλείμματα για 3 χρόνια ακόμα. Με αυτό τον τρόπο απλώς οι προσδοκίες των ατόμων είναι αρνητικές και η οικονομία δε μπαίνει μπροστά, ακυρώνοντας όλη τη λογική του δανεισμού και του ελλείμματος. Με λίγα λόγια νομίζουμε ότι ήδη έχουμε αρχίσει να αποπληρώνουμε το δάνειο και γι αυτό δεν αυξάνουμε τις καταναλωτικές δαπάνες μας και η οικονομία παραμένει σε συνθήκες ύφεσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου